σωρειτομελανίας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο σωρειτομελανίας οι σωρειτομελανίες
      γενική του σωρειτομελανία των σωρειτομελανιών
    αιτιατική τον σωρειτομελανία τους σωρειτομελανίες
     κλητική σωρειτομελανία σωρειτομελανίες
Κατηγορία όπως «γαλαξίας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

σωρειτομελανίας < σημασιολογικό δάνειο από τη νεολατινική cumulonimbus • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /so.ɾi.to.me.laˈni.as/
τυπογραφικός συλλαβισμός: σω‐ρει‐το‐με‐λα‐νί‐ας

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Σωρειτομελανίας από το ψηλά

σωρειτομελανίας αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]