τετραποδισμένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο τετραποδισμένος η τετραποδισμένη το τετραποδισμένο
      γενική του τετραποδισμένου της τετραποδισμένης του τετραποδισμένου
    αιτιατική τον τετραποδισμένο την τετραποδισμένη το τετραποδισμένο
     κλητική τετραποδισμένε τετραποδισμένη τετραποδισμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι τετραποδισμένοι οι τετραποδισμένες τα τετραποδισμένα
      γενική των τετραποδισμένων των τετραποδισμένων των τετραποδισμένων
    αιτιατική τους τετραποδισμένους τις τετραποδισμένες τα τετραποδισμένα
     κλητική τετραποδισμένοι τετραποδισμένες τετραποδισμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τετραποδισμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου τετραποδίζω

Μετοχή

[επεξεργασία]

τετραποδισμένος, -η, -ο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]