Μετάβαση στο περιεχόμενο

υἱϊδεύς

Από Βικιλεξικό

Αρχαία ελληνικά (grc)

[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική υἱϊδεύς οἱ υἱϊδεῖς
      γενική τοῦ υἱϊδέως τῶν υἱϊδέων
      δοτική τῷ υἱϊδεῖ τοῖς υἱϊδεῦσῐ(ν)
    αιτιατική τὸν υἱϊδέ τοὺς υἱϊδέᾱς
     κλητική ! υἱϊδεῦ υἱϊδεῖς
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  υἱϊδεῖ
γεν-δοτ τοῖν  υἱϊδέοιν
Δεν καταγράφονται καταλήξεις πληθυντικού σε -ῆς.
3η κλίση, ομάδα 'βασιλεύς', Κατηγορία 'Ἀντιοχεύς' όπως «Ἀντιοχεύς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
υἱϊδεύς (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική υἱ(ός) + -ιδεύς

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

υἱϊδεύς, -έως αρσενικό (ελληνιστική κοινή)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]