χρονοκρύσταλλος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο χρονοκρύσταλλος οι χρονοκρύσταλλοι
      γενική του χρονοκρύσταλλου
χρονοκρυστάλλου
των χρονοκρύσταλλων
χρονοκρυστάλλων
    αιτιατική τον χρονοκρύσταλλο τους χρονοκρύσταλλους
χρονοκρυστάλλους
     κλητική χρονοκρύσταλλε χρονοκρύσταλλοι
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι.
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

χρονοκρύσταλλος (νεολογισμός) < χρονο- + κρύσταλλος, μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική time crystal

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

χρονοκρύσταλλος αρσενικό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. Yale University, «Physicists find signs of a time crystal», ScienceDaily.com (2 Μαΐου 2018)· πρόσβαση: 2022-02-06.