ἀεραιμοκτονία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

καθαρεύουσα (κατά την αρχαία κλίση)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἀεραιμοκτονία αἱ ἀεραιμοκτονίαι
      γενική τῆς ἀεραιμοκτονίας τῶν ἀεραιμοκτονιῶν
      δοτική τῇ ἀεραιμοκτονί ταῖς ἀεραιμοκτονίαις
    αιτιατική τὴν ἀεραιμοκτονίαν τὰς ἀεραιμοκτονίας
     κλητική ! ἀεραιμοκτονία ἀεραιμοκτονίαι
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ἀεραιμοκτονία < ἀεραιμία (αρχαία ελληνική ἀήρ + αἷμα) + -ο- + -κτονία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ἀεραιμοκτονία θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]