ἐνώτιον
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τὸ | ἐνώτιον | τὰ | ἐνώτιᾰ |
γενική | τοῦ | ἐνωτίου | τῶν | ἐνωτίων |
δοτική | τῷ | ἐνωτίῳ | τοῖς | ἐνωτίοις |
αιτιατική | τὸ | ἐνώτιον | τὰ | ἐνώτιᾰ |
κλητική ὦ! | ἐνώτιον | ἐνώτιᾰ | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | ἐνωτίω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | ἐνωτίοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'πρόσωπον' όπως «πρόσωπον» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ἐνώτιον, -ου ουδέτερο
- (κόσμημα) σκουλαρίκι
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Απόσπασμα 97 ΚΕΡΚΥΩΝ ΣΑΤΥΡΙΚΟΣ, @archive.org, @books.google.gr
- ἀμφωτίδες τοι τοῖς ἐνωτίοις πέλας
- ※ 3ος/2ος πκε αιώνας ⌘ Παλαιὰ Διαθήκη κατά την μετάφραση των Εβδομήκοντα , Γένεσις (Rahlfs), 24.30
- καὶ ἐγένετο ἡνίκα εἶδεν τὰ ἐνώτια καὶ τὰ ψέλια ἐπὶ τὰς χεῖρας τῆς ἀδελφῆς αὐτοῦ καὶ ὅτε ἤκουσεν τὰ ῥήματα Ρεβεκκας τῆς ἀδελφῆς αὐτοῦ λεγούσης Οὕτως λελάληκέν μοι ὁ ἄνθρωπος, καὶ ἦλθεν πρὸς τὸν ἄνθρωπον ἑστηκότος αὐτοῦ ἐπὶ τῶν καμήλων ἐπὶ τῆς πηγῆς
- ※ 2ος κε αιώνας ⌘ Ἀρριανός, Ἀνάβασις Ἀλεξάνδρου, 6, 29.6
- καὶ ἀναξυρίδες Μηδικαὶ καὶ στολαὶ ὑακινθινοβαφεῖς λέγει ὅτι ἔκειντο, αἱ δὲ πορφύρας αἱ δὲ ἄλλης καὶ ἄλλης χρόας, καὶ στρεπτοὶ καὶ ἀκινάκαι καὶ ἐνώτια χρυσοῦ τε καὶ λίθων κολλητά, καὶ τράπεζα ἔκειτο.
- Ο Αριστόβουλος αναφέρει ότι είχαν τοποθετηθεί εκεί και αναξυρίδες μηδικές και στολές βαμμένες σε χρώμα υακίνθου, άλλες πορφυρές και άλλες διαφόρων αποχρώσεων, καθώς και περιδέραια και περσικά ξίφη και ενώτια από χρυσό και από πολύτιμες πέτρες συγκολλημένες, και ότι είχε στηθεί ένα τραπέζι.
- Μετάφραση (1986, 1998): Θεόδωρος Χ. Σαρικάκης, Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. @greek‑language.gr
- καὶ ἀναξυρίδες Μηδικαὶ καὶ στολαὶ ὑακινθινοβαφεῖς λέγει ὅτι ἔκειντο, αἱ δὲ πορφύρας αἱ δὲ ἄλλης καὶ ἄλλης χρόας, καὶ στρεπτοὶ καὶ ἀκινάκαι καὶ ἐνώτια χρυσοῦ τε καὶ λίθων κολλητά, καὶ τράπεζα ἔκειτο.
- ※ 2ος κε αιώνας ⌘ Ἀρριανός, Ἰνδική, 16.3 @scaife.perseus
- καὶ ἐνώτια Ἰνδοὶ φορέουσιν ἐλέφαντος, ὅσοι κάρτα εὐδαίμονες· οὐ γὰρ πάντες Ἰνδοὶ φορέουσι.
- ≈ συνώνυμα: πλάστρον, ἀρτίαλα
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Απόσπασμα 97 ΚΕΡΚΥΩΝ ΣΑΤΥΡΙΚΟΣ, @archive.org, @books.google.gr
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- ἐνώτιον - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐνώτιον - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πρόσωπον' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ιον (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Κοσμήματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Αισχύλο (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από την Παλαιά Διαθήκη (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Αρριανό (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)