double
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
double (fr)
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
double (en) (χωρίς παραθετικά)
Επίρρημα[επεξεργασία]
double (en) (χωρίς παραθετικά)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
double | doubles |
double (en)
Ρήμα[επεξεργασία]
ενεστώτας | double |
γ΄ ενικό ενεστώτα | doubles |
αόριστος | doubled |
παθητική μετοχή | doubled |
ενεργητική μετοχή | doubling |
double (en)
[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Πατώντας εδώ θα δείτε όλες τις λέξεις του Βικιλεξικού που αρχίζουν με «double-» (αγγλικά)