express
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
express (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
express | express |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
express (fr)
- (αρσενικό ή θηλυκό) ταχύς
- (αρσενικό, παρωχημένο) γρήγορο τρένο