συναρπάζω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎{{μεταφράσεις}}: de hinreißen, faszinieren
Γραμμή 42: Γραμμή 42:
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} -->
* {{fr}} : {{τ|fr|exalter}}
* {{fr}} : {{τ|fr|exalter}}
<!-- * {{de}} : {{τ|de|ΧΧΧ}} -->
* {{de}} : {{τ|de|hinreißen}}, {{τ|de|faszinieren}}
<!-- * {{ka}} : {{τ|ka|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{ka}} : {{τ|ka|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{da}} : {{τ|da|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{da}} : {{τ|da|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 10:18, 18 Νοεμβρίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

συναρπάζω < αρχαία ελληνική συναρπάζω < συν- + ἁρπάζω

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

συναρπάζω (παθητική φωνή: συναρπάζομαι)

Συνώνυμα

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις