ζηλωτικός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Νέα σελίδα: =={{-el-}}== {{el-κλίσ-'καλός'}} ==={{ετυμολογία}}=== # '''{{PAGENAME}}''' < ζηλωτής + -ικός # '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ|grc|el}}...
 
μ μετατροπή {{ετυμ|ine-pro}}
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
# '''{{PAGENAME}}''' < [[ζηλωτής]] + [[-ικός]]
# '''{{PAGENAME}}''' < [[ζηλωτής]] + [[-ικός]]
# '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ|grc|el}} {{λ||grc}} < [[ζηλόω]] < [[ζῆλος]] < {{ετυμ ine-pro|EL}} *''yeh₂''-
# '''{{PAGENAME}}''' < {{ετυμ|grc|el}} {{λ||grc}} < [[ζηλόω]] < [[ζῆλος]] < {{ετυμ|ine-pro}} *''yeh₂''-


==={{επίθετο|el}}===
==={{επίθετο|el}}===

Αναθεώρηση της 21:13, 27 Απριλίου 2019

Νέα ελληνικά (el)

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο ζηλωτικός η ζηλωτική το ζηλωτικό
      γενική του ζηλωτικού της ζηλωτικής του ζηλωτικού
    αιτιατική τον ζηλωτικό τη ζηλωτική το ζηλωτικό
     κλητική ζηλωτικέ ζηλωτική ζηλωτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι ζηλωτικοί οι ζηλωτικές τα ζηλωτικά
      γενική των ζηλωτικών των ζηλωτικών των ζηλωτικών
    αιτιατική τους ζηλωτικούς τις ζηλωτικές τα ζηλωτικά
     κλητική ζηλωτικοί ζηλωτικές ζηλωτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία

  1. ζηλωτικός < ζηλωτής + -ικός
  2. ζηλωτικός < αρχαία ελληνική ζηλωτικός < ζηλόω < ζῆλος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *yeh₂-

Επίθετο

ζηλωτικός

  1. που έχει σχέση με τον ζηλωτή ή αναφέρεται σ’ αυτόν
  2. που ζηλοί

Συγγενικά

Μεταφράσεις