αστροδίαιτος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αστροδίαιτος η αστροδίαιτη το αστροδίαιτο
      γενική του αστροδίαιτου της αστροδίαιτης του αστροδίαιτου
    αιτιατική τον αστροδίαιτο την αστροδίαιτη το αστροδίαιτο
     κλητική αστροδίαιτε αστροδίαιτη αστροδίαιτο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αστροδίαιτοι οι αστροδίαιτες τα αστροδίαιτα
      γενική των αστροδίαιτων των αστροδίαιτων των αστροδίαιτων
    αιτιατική τους αστροδίαιτους τις αστροδίαιτες τα αστροδίαιτα
     κλητική αστροδίαιτοι αστροδίαιτες αστροδίαιτα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αστροδίαιτος < ελληνιστική κοινή ἀστροδίαιτος < αρχαία ελληνική ἄστρον + -δίαιτος

Επίθετο[επεξεργασία]

αστροδίαιτος, -η / -ος, -ο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • αστροδίαιτος - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)

Μεταφράσεις[επεξεργασία]