δεξιόστροφος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δεξιόστροφος η δεξιόστροφη το δεξιόστροφο
      γενική του δεξιόστροφου της δεξιόστροφης του δεξιόστροφου
    αιτιατική τον δεξιόστροφο τη δεξιόστροφη το δεξιόστροφο
     κλητική δεξιόστροφε δεξιόστροφη δεξιόστροφο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δεξιόστροφοι οι δεξιόστροφες τα δεξιόστροφα
      γενική των δεξιόστροφων των δεξιόστροφων των δεξιόστροφων
    αιτιατική τους δεξιόστροφους τις δεξιόστροφες τα δεξιόστροφα
     κλητική δεξιόστροφοι δεξιόστροφες δεξιόστροφα
Κατηγορία όπως «όμορφος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δεξιόστροφος < δεξιά + στροφή

Επίθετο[επεξεργασία]

δεξιόστροφος

  1. που, καθώς κινείται γύρω από τον εαυτό του, στρέφεται προς τα δεξιά
  2. που τείνει προς δεξιές πολιτικές θέσεις

Αντώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]