Κολωνία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Κολωνία | οι | Κολωνίες |
γενική | της | Κολωνίας | των | Κολωνιών |
αιτιατική | την | Κολωνία | τις | Κολωνίες |
κλητική | Κολωνία | Κολωνίες | ||
Συνήθως στον ενικό | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Κολωνία < λατινική Colonia (Agrippina)[1] < colonia < colonus < colo < πρωτοϊταλική *quelō < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *kʷel- (κινώ, (τρι)γυρίζω)
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Κολωνία θηλυκό
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη κολόνια
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Κολωνία στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Κολωνία
- ↑ Colōnia Claudia Āra Agrippīnēnsium
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Πόλεις της Γερμανίας (νέα ελληνικά)
- Πόλεις (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Γερμανίας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)