Μελισσάνθη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Μελισσάνθη οι Μελισσάνθες
      γενική της Μελισσάνθης
    αιτιατική τη Μελισσάνθη τις Μελισσάνθες
     κλητική Μελισσάνθη Μελισσάνθες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «ζέστη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Μελισσάνθη < γαλλική Mélisande (< παλαιά άνω γερμανική Amalasuintha[1] < amal (έργο) + swintha (δυνατός) ), με συσχέτιση προς τα μέλισσα και άνθος[2]

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Μελισσάνθη θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. H βασίλισσα των Οστρογότθων Αμαλασούνθα (π. 495-534/535).
  2. Βλ. Κυπριακαί Σπουδαί ΞΔ΄-ΞΕ΄ (2001-2002), σ. 134. Στο Google books· πρόσβαση: 2022-07-09.