αγένεια
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | αγένεια | οι | αγένειες |
γενική | της | αγένειας | των | αγενειών |
αιτιατική | την | αγένεια | τις | αγένειες |
κλητική | αγένεια | αγένειες | ||
Κατηγορία όπως «θάλασσα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αγένεια < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ἀγένεια (χαμηλή καταγωγή) < ἀγενής, σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική bassesse [1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /aˈʝe.ni.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐γέ‐νει‐α
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αγένεια θηλυκό
- η ιδιότητα του αγενούς, η έλλειψη ευγένειας και καλών τρόπων
- ※ Ως αγένεια συνήθως ορίζεται η συμπεριφορά που παραβιάζει τους γενικώς αποδεκτούς κανόνες αρμόζουσας συμπεριφοράς και μπορεί να εκδηλωθεί από ανθρώπους ανεξαρτήτως καταγωγής ή μορφωτικού επιπέδου.
- Μαρία Αθανασίου, Η αγένεια είναι άκρως μεταδοτική, Η Καθημερινή, 28 Ιανουαρίου 2020
- ※ Ως αγένεια συνήθως ορίζεται η συμπεριφορά που παραβιάζει τους γενικώς αποδεκτούς κανόνες αρμόζουσας συμπεριφοράς και μπορεί να εκδηλωθεί από ανθρώπους ανεξαρτήτως καταγωγής ή μορφωτικού επιπέδου.
- αγενής λόγος ή πράξη
ήταν μεγάλη αγένεια να φύγετε χωρίς ούτε ένα ευχαριστώ
Αντώνυμα
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αγένεια
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ αγένεια - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
[επεξεργασία]- αγένεια - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'θάλασσα' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)