ανταρτοπόλεμος
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | ανταρτοπόλεμος | οι | ανταρτοπόλεμοι |
γενική | του | ανταρτοπόλεμου & ανταρτοπολέμου |
των | ανταρτοπόλεμων & ανταρτοπολέμων |
αιτιατική | τον | ανταρτοπόλεμο | τους | ανταρτοπόλεμους & ανταρτοπολέμους |
κλητική | ανταρτοπόλεμε | ανταρτοπόλεμοι | ||
Οι δεύτεροι τύποι, παλιότεροι, λόγιοι. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδινάλιος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ανταρτοπόλεμος < ανταρτο- + -πόλεμος (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική guerilla war)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /an.daɾ.toˈpo.le.mos/ και /a.daɾ.toˈpo.le.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐νταρ‐το‐πό‐λε‐μος
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ανταρτοπόλεμος αρσενικό
- ο πόλεμος που διεξάγουν οι αντάρτες καθώς και η τακτική που ακολουθούν
- ο πόλεμος που διεξάγεται εναντίον των ανταρτών
Συγγενικά
[επεξεργασία]- ανταρτοπολεμικός
- → δείτε τις λέξεις αντάρτης και πόλεμος
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ανταρτοπόλεμος
Πηγές
[επεξεργασία]- ανταρτοπόλεμος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ανταρτοπόλεμος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ανταρτοπόλεμος - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καρδινάλιος' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ανταρτο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -πόλεμος (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)