αστροβιολόγος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο/η αστροβιολόγος οι αστροβιολόγοι
      γενική του/της αστροβιολόγου των αστροβιολόγων
    αιτιατική τον/την αστροβιολόγο τους/τις αστροβιολόγους
     κλητική αστροβιολόγε αστροβιολόγοι
Κατηγορία όπως «ζωγράφος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αστροβιολόγος < πρόθημα αστρο- + βιολόγος (< λόγιο ενδογενές δάνειο: ρωσική астробиолог, μέσω της αγγλικής γλώσσας )

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.stɾo.vi.oˈlo.ɣos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: α‐στρο‐βι‐ο‐λό‐γος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

αστροβιολόγος αρσενικό ή θηλυκό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]

  • Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr