αυτοδικαιωτικός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο αυτοδικαιωτικός η αυτοδικαιωτική το αυτοδικαιωτικό
      γενική του αυτοδικαιωτικού της αυτοδικαιωτικής του αυτοδικαιωτικού
    αιτιατική τον αυτοδικαιωτικό την αυτοδικαιωτική το αυτοδικαιωτικό
     κλητική αυτοδικαιωτικέ αυτοδικαιωτική αυτοδικαιωτικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι αυτοδικαιωτικοί οι αυτοδικαιωτικές τα αυτοδικαιωτικά
      γενική των αυτοδικαιωτικών των αυτοδικαιωτικών των αυτοδικαιωτικών
    αιτιατική τους αυτοδικαιωτικούς τις αυτοδικαιωτικές τα αυτοδικαιωτικά
     κλητική αυτοδικαιωτικοί αυτοδικαιωτικές αυτοδικαιωτικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

αυτοδικαιωτικός < αυτο- + δικαιωτικός

Επίθετο[επεξεργασία]

αυτοδικαιωτικός, -ή, -ό

  • (λόγιο) που δικαιώνει ο ίδιος τον εαυτό του
    ※  Όπως όλα τα αυτοβιογραφικά κείμενα, το απομνημόνευμα βασίζεται στην ταύτιση των προσώπων του συγγραφέα, του αφηγητή και του πρωταγωνιστή της ιστορίας. Στο απομνημόνευμα αναπλάθονται εμπειρίες και συμβάντα που έζησε και μαρτυρεί ο συγγραφέας. Aνάμεσα στα κεντρικά χαρακτηριστικά του είδους είναι η υποκειμενικότητα και η αυτοδικαιωτική πρόθεση, δηλαδή η συστηματική προσπάθεια του αφηγητή να παρουσιάσει το παρελθόν με τρόπο που εξαίρει την προσωπική του συμβολή στα γεγονότα ή γενικότερα δικαιώνει και μνημειώνει την προσωπικότητά του, πάντα από την οπτική γωνία του χρόνου και των περιστάσεων της γραφής του έργου.
    Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Γυμνασίου @ebooks.edu.gr

Μεταφράσεις[επεξεργασία]