αἰπόλος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | αἰπόλος | οἱ | αἰπόλοι |
γενική | τοῦ | αἰπόλου | τῶν | αἰπόλων |
δοτική | τῷ | αἰπόλῳ | τοῖς | αἰπόλοις |
αιτιατική | τὸν | αἰπόλον | τοὺς | αἰπόλους |
κλητική ὦ! | αἰπόλε | αἰπόλοι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | αἰπόλω | ||
γεν-δοτ | τοῖν | αἰπόλοιν | ||
2η κλίση, Κατηγορία 'δρόμος' όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία 1[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αἰπόλος, -ου αρσενικό
- (επάγγελμα) γιδοβοσκός
- ※ 8ος αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 22 (χ. Μνηστήρων φόνος.), στίχ. 135
- Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε Μελάνθιος, αἰπόλος αἰγῶν·
- Μίλησε όμως ο γιδοβοσκός Μελάνθιος, του είπε:
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- Τὸν δ᾽ αὖτε προσέειπε Μελάνθιος, αἰπόλος αἰγῶν·
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 2 (Εὐτέρπη), 46.3
- σέβονται δὲ πάντας τοὺς αἶγας οἱ Μενδήσιοι, καὶ μᾶλλον τοὺς ἔρσενας τῶν θηλέων, καὶ τούτων οἱ αἰπόλοι τιμὰς μέζονας ἔχουσι·
- Σέβονται πάντως οι Μενδήσιοι και τις γίδες και τους τράγους, και περισσότερο τους τράγους, και ανάμεσά τους οι γιδοβοσκοί κατέχουν τιμητική θέση·
- Μετάφραση (1992): Λεωνίδας Ζενάκος Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- σέβονται δὲ πάντας τοὺς αἶγας οἱ Μενδήσιοι, καὶ μᾶλλον τοὺς ἔρσενας τῶν θηλέων, καὶ τούτων οἱ αἰπόλοι τιμὰς μέζονας ἔχουσι·
- ≈ συνώνυμα: αἰγοβοσκός, αἰγινομεύς, αἰγονομεύς, αἰγοπόλος
- ※ 8ος αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 22 (χ. Μνηστήρων φόνος.), στίχ. 135
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
με κράση:
Συγγενικά[επεξεργασία]
Ετυμολογία 2[επεξεργασία]
- αἰπόλος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αἰπόλος, -ου αρσενικό [1]
- μορφή του ἀείπολος
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ αἰπόλος - Diccionario Griego-Español (DGE en línea) [Λεξικό ελληνικών (αρχαίων) - ισπανικών online] (στα ισπανικά) του Francisco R. Adrados (Φρανθίσκο Αδράδος) & Juan Rodríguez Somolinos, έως στο λήμμα «ἔξαυος» (συντομογραφίες).
Πηγές[επεξεργασία]
- αἰπόλος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- αἰπόλος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'δρόμος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 2ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δρόμος' παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα αἰ- (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -πόλος (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Επαγγέλματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από την Οδύσσεια (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Ηρόδοτο (αρχαία ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)