επαινετικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- επαινετικός < αρχαία ελληνική ἐπαινετικός
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /e.pe.ne.tiˈkos/
Επίθετο[επεξεργασία]
επαινετικός
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
επαινετικός