επιπολιτισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: επιπολασμός

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο επιπολιτισμός οι επιπολιτισμοί
      γενική του επιπολιτισμού των επιπολιτισμών
    αιτιατική τον επιπολιτισμό τους επιπολιτισμούς
     κλητική επιπολιτισμέ επιπολιτισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

επιπολιτισμός < επι- + πολιτισμός ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική acculturation)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

επιπολιτισμός αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]