λεξικολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ελληνικά (el) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λεξικολογία < (μεταφραστικό δάνειο) γαλλική lexicologie ή (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική lexicology[1]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λεξικολογία θηλυκό
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
λεξικολογία
[επεξεργασία]
- ↑ Ξυδόπουλος, Ι. Γιώργος (2009), ΛΕΞΙΚΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην ανάλυση της λέξης και του λεξικού. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη. Πέμπτη Εκτύπωση Μάρτιος 2015 (υποσημείωση στη σελίδα 19)