μακρυμάλλης
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]| ↓ πτώσεις | ενικός | |||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | ο | μακρυμάλλης | η | μακρυμάλλα | το | μακρυμάλλικο |
| γενική | του | μακρυμάλλη | της | μακρυμάλλας | του | μακρυμάλλικου |
| αιτιατική | τον | μακρυμάλλη | τη | μακρυμάλλα | το | μακρυμάλλικο |
| κλητική | μακρυμάλλη | μακρυμάλλα | μακρυμάλλικο | |||
| ↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
| γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
| ονομαστική | οι | μακρυμάλληδες | οι | μακρυμάλλες | τα | μακρυμάλλικα |
| γενική | των | μακρυμάλληδων | — | των | μακρυμάλλικων | |
| αιτιατική | τους | μακρυμάλληδες | τις | μακρυμάλλες | τα | μακρυμάλλικα |
| κλητική | μακρυμάλληδες | μακρυμάλλες | μακρυμάλλικα | |||
| To ουδέτερο, από τα επίθετα σε -ικος. Το αρσενικό και το θηλυκό, και ως ουσιαστικά. | ||||||
| Κατηγορία όπως «ζηλιάρης» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές | ||||||
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- μακρυμάλλης < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική μακρυμάλλης < μακρυ- + -μάλλης
Επίθετο
[επεξεργασία]μακρυμάλλης, -α, -ικο
- που έχει μακριά μαλλιά
- ※ ώσπου στο τέλος αρκούντως μακρυμάλλης, γιεγιές κι αληταράς, γνώρισε το εβδομήντα, εβδομήντα ένα μια τρελιάρα που την παντρεύτηκε σε δυό μήνες κι αυτή ήταν η απαρχή μιας σταδιοδρομίας, τριών γάμων, τριών παιδιών και μιας μεσόκοπης μοναξιάς του φίλου μου του ακτινολόγου (Πάνος Θεοδωρίδης, Το ροκ των Μακεδόνων, εκδ. Ιανός, 1998, σελ. 145)
- άλλες μορφές: μακρομάλλης
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μακρυμάλλης
Πηγές
[επεξεργασία]- μακρυμάλλης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- μακρυμάλλης - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- Όροι με μακρυμαλλ- — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]μακρυμάλλης
- μακρυμάλλης
- άλλες μορφές: μακρομάλλης
Πηγές
[επεξεργασία]- μακρυμάλλης - Επιτομή του Λεξικού ⌘ Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'ζηλιάρης' (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα μεσαιωνικά ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μακρυ- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μάλλης (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα μακρυ- (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μάλλης (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Επίθετα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)