μηλοπλακοῦς
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | μηλοπλακοῦς | οἱ | μηλοπλακοῦντες | ||||
γενική | τοῦ | μηλοπλακοῦντος | τῶν | μηλοπλακούντων | ||||
δοτική | τῷ | μηλοπλακοῦντῐ | τοῖς | μηλοπλακοῦσῐ(ν) | ||||
αιτιατική | τὸν | μηλοπλακοῦντᾰ | τοὺς | μηλοπλακοῦντᾰς | ||||
κλητική ὦ! | μηλοπλακοῦς | μηλοπλακοῦντες | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | μηλοπλακοῦντε | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | μηλοπλακούντοιν | ||||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πλακοῦς' όπως «πλακοῦς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μηλοπλακοῦς, -οῦντος αρσενικό (ελληνιστική κοινή)
- (γαστρονομία, γλυκό) είδος γλυκίσματος με κυδώνια και μέλι
- ※ 2ος↓ αιώνας ⌘ Γαληνός, Περὶ τῶν ἐν ταῖς τροφαῖς δυνάμεων, 2.23.3 @scaife.perseus
- ἐν Συρίᾳ δὲ καὶ τὸν καλούμενον μηλοπλακοῦντα ϲυντιθέαϲιν, ἔδεϲμα μόνιμον οὕτωϲ, ὡϲ εἰϲ Ῥώμην κομίζεϲθαι μεϲτὰϲ αὐτοῦ λοπάδαϲ καινάϲ. ϲύγκειται δ’ ἐκ μέλιτόϲ τε καὶ ϲαρκὸϲ μήλων λελειωμένηϲ ἑφθῆϲ ἅμα τῷ μέλιτι.
- ※ 2ος↓ αιώνας ⌘ Γαληνός, Περὶ τῶν ἐν ταῖς τροφαῖς δυνάμεων, 2.23.3 @scaife.perseus
Παράγωγα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- μηλοπλακοῦς - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με αρχαίες κλίσεις (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'πλακοῦς' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πλακοῦς' (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 3ης κλίσης αρσενικά (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά αρσενικά (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά περισπώμενα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά αρσενικά περισπώμενα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'πλακοῦς' αρσενικά (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις περισπώμενες (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Γαστρονομία (ελληνιστική κοινή)
- Γλυκά (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Γαληνό (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα από ιατρικά κείμενα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)