περικλαδεμένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο περικλαδεμένος η περικλαδεμένη το περικλαδεμένο
      γενική του περικλαδεμένου της περικλαδεμένης του περικλαδεμένου
    αιτιατική τον περικλαδεμένο την περικλαδεμένη το περικλαδεμένο
     κλητική περικλαδεμένε περικλαδεμένη περικλαδεμένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι περικλαδεμένοι οι περικλαδεμένες τα περικλαδεμένα
      γενική των περικλαδεμένων των περικλαδεμένων των περικλαδεμένων
    αιτιατική τους περικλαδεμένους τις περικλαδεμένες τα περικλαδεμένα
     κλητική περικλαδεμένοι περικλαδεμένες περικλαδεμένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Μετοχή[επεξεργασία]

περικλαδεμένος, -η, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]