υαλογραφημένος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο υαλογραφημένος η υαλογραφημένη το υαλογραφημένο
      γενική του υαλογραφημένου της υαλογραφημένης του υαλογραφημένου
    αιτιατική τον υαλογραφημένο την υαλογραφημένη το υαλογραφημένο
     κλητική υαλογραφημένε υαλογραφημένη υαλογραφημένο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι υαλογραφημένοι οι υαλογραφημένες τα υαλογραφημένα
      γενική των υαλογραφημένων των υαλογραφημένων των υαλογραφημένων
    αιτιατική τους υαλογραφημένους τις υαλογραφημένες τα υαλογραφημένα
     κλητική υαλογραφημένοι υαλογραφημένες υαλογραφημένα
Κατηγορία όπως «αγαπημένος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

υαλογραφημένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υαλογραφώ

Μετοχή[επεξεργασία]

υαλογραφημένος, -η, -ο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]