-οσύνη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η -οσύνη οι -οσύνες
      γενική της -οσύνης των (-οσυνών)
    αιτιατική τη(ν) -οσύνη τις -οσύνες
     κλητική -οσύνη -οσύνες
Οι λέξεις σε -οσύνη άλλοτε έχουν και άλλοτε δεν συνηθίζουν τη γενική πληθυντικού
ή είναι δύσχρηστη.
Κατηγορία όπως «σκόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

-οσύνη < λείπει η ετυμολογία [1]

Επίθημα[επεξεργασία]

-οσύνη θηλυκό

Σύνθετα[επεξεργασία]

  Αντίστροφο λεξικό του Βικιλεξικού:
  Πατώντας εδώ θα δείτε όλες τις λέξεις του Βικιλεξικού που λήγουν σε «-σύνη»

Αναφορές[επεξεργασία]