campus
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
campus < (άμεσο δάνειο) λατινική campus
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
campus (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
campus < (άμεσο δάνειο) λατινική campus
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
campus | campus |
campus (fr) αρσενικό
Λατινικά (la)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- campus < πιθανόν πρωτοϊνδοευρωπαϊκή αρχής *kh₂ém-po-s. Συγγενής η αρχαία ελληνική κάμπτω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *kh₂emp-(en.wiktionary)(κάμπτω, λυγίζω)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
campus (la) αρσενικό
[επεξεργασία]
- αγγλικά: champion
- γερμανικά: Kampf
- νέα ελληνικά: καμπάνα, Καμπανία, καμπάνια, κάμπινγκ, κάμπος, κάμπους, σαμπάνια, (τρελοκαμπέρω)
Κλίση[επεξεργασία]
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | campus | campī |
γενική | campī | campōrum |
δοτική | campō | campīs |
αιτιατική | campum | campōs |
κλητική | campe | campī |
αφαιρετική | campō | campīs |
Κατηγορίες:
- Δάνεια από τα λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Δάνεια από τα λατινικά (γαλλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (λατινικά)
- Λατινική γλώσσα
- Ουσιαστικά (λατινικά)
- Αντίστροφο λεξικό (λατινικά)
- Λατινικά ουσιαστικά Β κλίσης