cause
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cause | causes |
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
cause (en)
[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
cause (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Σημειώσεις[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
cause | causes |
cause (fr)