πεθαίνω: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 37: Γραμμή 37:
===={{μεταφράσεις}}====
===={{μεταφράσεις}}====
{{μτφ-αρχή}}
{{μτφ-αρχή}}
* {{en}} : {{τ|en|die}}
* {{en}} : {{τ|en|die}}, {{τ|en|decease}}, {{τ|en|bite the dust}}
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{ar}} : {{τ|ar|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->
<!-- * {{vi}} : {{τ|vi|XXX}} -->

Αναθεώρηση της 00:46, 2 Φεβρουαρίου 2017

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

πεθαίνω < μεσαιωνική ελληνική ἀπεθαίνω < ἀπέθανε αόριστος του αρχαία ελληνική ἀποθνήσκω

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ρήμα

πεθαίνω

  • φεύγω από τη ζωή, σταματάνε όλες οι σωματικές λειτουργίες μου που χρειάζονται για τη στήριξη της ζωής
    ο ηθοποιός πέθανε από καρδιακή προσβολή
    γιαγιά: -Όταν παιθάνουμε κανείς δεν ξέρει που θα πάει η ψυχή μας!
    Τοτός: -Το σώμα κι ο εγκέφαλος θα λιώσουν εντελώς στον τάφο, και η ψυχή θα χρησιμοποιεί τον εναπομείναντα εγκέφαλο, τίποτα δηλαδή, ακριβώς όσο χρησιμοποιούσαμε εν ζωή μιλώντας για ψυχές. Η ψυχή κι ο βλάκας δεν χρειάζονται τον εγκέφαλο!
  • σταματάει η ύπαρξή μου
    δεν ξέρουμε πόσες ανθρώπινες γλώσσες πεθαίνουν κάθε χρόνο
  • θέλω κάτι ή κάποιον πάρα πολύ, έχω έντονη επιθυμία
    η κοπέλα πεθαίνει για σένα, φαίνεται στα μάτια της πως σε αγαπά
  • νιώθω μία δυσάρεστη αίσθηση που δύσκολα την αντέχω
    πριν την εγχείρηση πέθαινε από τον πόνο στο πόδι της, αλλά τώρα είναι μια χαρά

Συνώνυμα

Εκφράσεις

Πρότυπο:ρητά

  • όποιος πεθαίνει μερικώς σκέφτεται-σκεπτόταν και μερικώς

Συγγενικά

Κλίση

Μεταφράσεις