βαρβατίλα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
προσθήκη συνωνύμου |
|||
Γραμμή 9: | Γραμμή 9: | ||
# (''για άνδρες'') η [[κακοσμία]] που προέρχεται από την [[απλυσιά]] |
# (''για άνδρες'') η [[κακοσμία]] που προέρχεται από την [[απλυσιά]] |
||
# {{μτφρ}} η [[προσπάθεια]] [[επίδειξη]]ς [[ανδρισμός|ανδρισμού]] |
# {{μτφρ}} η [[προσπάθεια]] [[επίδειξη]]ς [[ανδρισμός|ανδρισμού]] |
||
===={{συνώνυμα}}==== |
|||
*[[αντρίλα]] |
|||
===={{βλέπε}}==== |
===={{βλέπε}}==== |
||
*[[βαρβατότητα]] |
*[[βαρβατότητα]] |
Αναθεώρηση της 15:50, 13 Μαΐου 2020
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | βαρβατίλα | οι | βαρβατίλες |
γενική | της | βαρβατίλας | — | |
αιτιατική | τη | βαρβατίλα | τις | βαρβατίλες |
κλητική | βαρβατίλα | βαρβατίλες | ||
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται. | ||||
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- βαρβατίλα < βαρβάτος + -ίλα < (ελληνιστική κοινή) βαρβᾶτος < Πρότυπο:ετυμ la barbatus < barba < *farba < πρωτοϊταλική *farβā < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *bʰardʰeh₂ (γένι)
Ουσιαστικό
βαρβατίλα θηλυκό
- η δυσοσμία αρσενικών ζώων την εποχή του ζευγαρώματος
- (για άνδρες) η κακοσμία που προέρχεται από την απλυσιά
- (μεταφορικά) η προσπάθεια επίδειξης ανδρισμού
Συνώνυμα
Δείτε επίσης
Μεταφράσεις
βαρβατίλα
|