Κύρος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Κῦρος, κύρος, κῦρος, κυρός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Κύρος οι Κύροι
      γενική του Κύρου των Κύρων
    αιτιατική τον Κύρο τους Κύρους
     κλητική Κύρε Κύροι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Κύρος < αρχαία ελληνική Κῦρος < αρχαία περσική 𐎤𐎢𐎽𐎢𐏁 (kuruš)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈci.ɾos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Κύ‐ρος

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Κύρος αρσενικό

  1. ανδρικό όνομα
  2. (ιστορία) όνομα βασιλέων της αρχαίας Περσίας
  3. ανδρικό επώνυμο

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

επίσης

  • Κύρα (όνομα, γυναικείο)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Μεταγραφές

[επεξεργασία]