αλεύρινος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αλεύρινος < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ἀλεύρινος
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /a.leˈvɾe.ɲos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : α‐λευ‐ρέ‐νιος
Επίθετο[επεξεργασία]
αλεύρινος, -η, -ο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αλεύρινος
→ δείτε τη λέξη αλευρένιος |
Πηγές[επεξεργασία]
- αλεύρινος - Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες)