δουγλάσειος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο δουγλάσειος η δουγλάσεια
δουγλάσειος
το δουγλάσειο
      γενική του δουγλάσειου
δουγλασείου
της δουγλάσειας
δουγλασείου
του δουγλάσειου
δουγλασείου
    αιτιατική τον δουγλάσειο τη δουγλάσεια
δουγλάσειο
το δουγλάσειο
     κλητική δουγλάσειε δουγλάσεια
δουγλάσειε
δουγλάσειο
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι δουγλάσειοι οι δουγλάσειες
δουγλάσειοι
τα δουγλάσεια
      γενική των δουγλάσειων
δουγλασείων
των δουγλάσειων
δουγλασείων
των δουγλάσειων
δουγλασείων
    αιτιατική τους δουγλάσειους
δουγλασείους
τις δουγλάσειες
δουγλασείους
τα δουγλάσεια
     κλητική δουγλάσειοι δουγλάσειες
δουγλάσειοι
δουγλάσεια
Οι δεύτεροι τύποι, λόγιοι, από την αρχαία κλίση.
Κατηγορία όπως «ευκλείδειος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

Ετυμολογία [επεξεργασία]

δουγλάσειος < ορθογραφικό δάνειο από την αγγλική : επώνυμο του σκοτσέζου γιατρού James Douglas (1675‑1742) + -ειος[1]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðuˈɣla.si.os/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δου‐γλά‐σει‐ος

Επίθετο[επεξεργασία]

δουγλάσειος

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

  • Όροι της ζωολογίας με το ίδιο θέμα ονόματος, όπως Douglasiidae
  • Όροι της βοτανικής με το ίδιο θέμα ονόματος, από τον David Douglas, βοτανολόγο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]