ιδρωτοποιός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομαστική | ο/η | ιδρωτοποιός | το | ιδρωτοποιό | ||
γενική | του/της | ιδρωτοποιού | του | ιδρωτοποιού | ||
αιτιατική | τον/την | ιδρωτοποιό | το | ιδρωτοποιό | ||
κλητική | ιδρωτοποιέ | ιδρωτοποιό | ||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
→ γένη | αρσενικό & θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομαστική | οι | ιδρωτοποιοί | τα | ιδρωτοποιά | ||
γενική | των | ιδρωτοποιών | των | ιδρωτοποιών | ||
αιτιατική | τους/τις | ιδρωτοποιούς | τα | ιδρωτοποιά | ||
κλητική | ιδρωτοποιοί | ιδρωτοποιά | ||||
Επίθετο που δε συνηθίζει τον νεότερο τύπο του θηλυκού σε -ά. | ||||||
ομάδα '-ός -ός -ό', Κατηγορία όπως «ειδοποιός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ιδρωτοποιός < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ἱδρωτοποιός < αρχαία ελληνική ἱδρώς (ιδρώτας)ἱδρωτ- + -ο- + -ποιός & σημασιολογικό δάνειο από τη γαλλική sudorifère[1]
Επίθετο
[επεξεργασία]ιδρωτοποιός, -ός, -ό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ιδρωτοποιός
|
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ ιδρωτοποιός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως η ομάδα '-ός -ός -ό' (νέα ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'ειδοποιός' (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με ένθημα -ο- (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ποιός (νέα ελληνικά)
- Σημασιολογικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ανατομία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)