Άγγλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎{{ουσιαστικό|el}}: ιθαγένεια = υπηκοότητα
Γραμμή 35: Γραμμή 35:
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{bg}} : {{τ|bg|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{br}} : {{τ|br|ΧΧΧ}} -->
* {{fr}} : {{τ|fr|Anglais}}
* {{fr}} : 1. {{τ|fr|Anglais}} 2. {{τ|fr|ponctuel}}
<!-- * {{de}} : {{τ|de|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{de}} : {{τ|de|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{yi}} : {{τ|yi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{yi}} : {{τ|yi|ΧΧΧ}} -->

Αναθεώρηση της 18:06, 10 Ιανουαρίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική Άγγλος Αγγλίδα Άγγλοι Αγγλίδες
γενική Άγγλου Αγγλίδας Άγγλων Αγγλίδων
αιτιατική Άγγλο Αγγλίδα Άγγλους Αγγλίδες
κλητική Άγγλε Αγγλίδα Άγγλοι Αγγλίδες

Ετυμολογία

Άγγλος < μεσαιωνική ελληνική Άγγλος < Αγγλία < υστερολατινική Anglia < Angli < Anglus < πρωτογερμανική *angulō / *angô (αγκίστρι) < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *h₂énk-ō < *h₂enk- (καμπή, καμπύλη, λύγισμα)

Ουσιαστικό

Άγγλος αρσενικό

  1. Πρότυπο:εθν αυτός που κατάγεται από την Αγγλία ή έχει αγγλική υπηκοότητα
  2. (μεταφορικά) αυτός που είναι απόλυτα συνεπής και ακριβής στα ραντεβού του

Άλλες μορφές

Συγγενικά

Σύνθετα

Μεταφράσεις