αδιαβατικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- αδιαβατικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
[επεξεργασία]αδιαβατικός, -ή, -ό
- (φυσική) λέγεται για μεταβολές αερίων (συμπίεση, εκτόνωση) που συμβαίνουν χωρίς ανταλλαγή θερμότητας με το περιβάλλον