διαδικασιακός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διαδικασιακός < διαδικασί(α) + -ακός, μεταφραστικό δάνειο από τη γαλλική procédural[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ði.a.ði.ka.si.aˈkos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δι‐α‐δι‐κα‐σι‐α‐κός
Επίθετο[επεξεργασία]
διαδικασιακός, -ή, -ό
Παράγωγα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διαδικασιακός
→ δείτε τη λέξη διαδικαστικός |
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ διαδικασιακός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Πρότυπο el 'καλός' red links -ής
- Λέξεις με επίθημα -ακός (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)