διαπεριφερειακός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διαπεριφερειακός < δια- + περιφερειακός
Επίθετο[επεξεργασία]
διαπεριφερειακός
- που γίνεται ή συντελείται μεταξύ (διοικητικών) περιφερειών
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις διά, περιφέρεια, περί και φέρω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διαπεριφερειακός
|