- αρχαία ελληνικά : ἦν γάρ ποτε χρόνος
- αγγλικά : once upon a time (en)
- αζεριανά : biri var idi (az), biri yox idi (az)
- αλβανικά : na ishte njëherë (sq)
- αραβικά : كان يا ماكان (ar) (kān yā mākān)
- αρμενικά : կար-չկար (hy) (kar-čkar)
- βιετναμικά : ngày xửa ngày xưa (vi)
- βουλγαρικά : имало едно време (bg) (imalo edno vreme)
- γαλλικά : il était une fois (fr)
- γερμανικά : es war einmal (de)
- γεωργιανά : იყო და არა იყო რა (ka) (iqo da ara iqo ra)
- δανικά : der var engang (da), engang for længe siden (da)
- εβραϊκά : היו היה פעם (he)
- εσπεράντο : iam estis (eo)
- ιαπωνικά : 昔々 (ja) (mukashi mukashi) (むかしむかし)
- ισλανδικά : einu sinni var (is)
- ισπανικά : érase una vez (es), había una vez (es)
- ιταλικά : c’era una volta (it)
- κινεζικά : 从前 (zh) (wǎng shì)
- κορεατικά : 옛날 옛적에 (ko) (yetnal yetjeoke)
- κροατικά : jednom davno (hr)
- λετονικά : reiz sen senos laikos (lv)
- λιθουανικά : vieną kartą (lt)
- ουγγρικά : egyszer volt, hol nem volt (hu), hol volt, hol nem volt (hu)
- περσικά : روزی روزگاری (fa)
- πολωνικά : dawno, dawno temu (pl), był raz (pl)
- πορτογαλικά : era uma vez (pt)
- ρουμανικά : a fost odata (ro)
- ρωσικά : жил был (ru) (jil byl), жила была (ru) (jila byla) θηλυκό, жило было (ru) (jilo bylo), жили были (ru) (jili byli) (π)
- σανσκριτικά : पुराकाले (sa) (pūrākāle), कदाचित् (sa) (kadājit)
- σερβικά : jедном давно (sr) (jednom davno)
- σλαβομακεδονικά : си беше еднаш (mk) (si bɛšɛ ɛdnaš)
- σλοβακικά : kde bolo (sk)
- σλοβενικά : pred davnimi časi (sl)
- σουαχίλι : hapo zamani za kale (sw)
- σουηδικά : det var en gång (sv)
- ταϊλανδικά : กาลครั้งหนึ่งนานมาแล้ว (th)
- τουρκικά : evvel zaman içinde (tr)
- τσεχικά : bylo nebylo (cs)
- φινλανδικά : olipa kerran (fi)
- χίντι : किसी ज़माने में (hi) (kimī jaṃāne meṃ), बहुत पुरानी बात है (hi) (bahuta purānī bāta hau)
|