μικροπεριμετρία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μικροπεριμετρία οι μικροπεριμετρίες
      γενική της μικροπεριμετρίας των μικροπεριμετριών
    αιτιατική τη μικροπεριμετρία τις μικροπεριμετρίες
     κλητική μικροπεριμετρία μικροπεριμετρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μικροπεριμετρία < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική microperimetry < αρχαία ελληνική μικρός + περίμετρος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μικροπεριμετρία θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]