Μετάβαση στο περιεχόμενο
Κύριο μενού
Κύριο μενού
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Ειδικές σελίδες
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εμφάνιση
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Προσωπικά εργαλεία
Δωρεές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Σελίδες για αποσυνδεμένους συντάκτες
μάθετε περισσότερα
Συνεισφορές
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Περιεχόμενα
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Αρχή
1
Νέα ελληνικά
(el)
Εναλλαγή
Νέα ελληνικά
(el)
υποενότητας
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Αντώνυμα
1.2.3
Συγγενικά
1.2.4
Μεταφράσεις
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
πραγματικός
4 γλώσσες
English
Français
Malagasy
Polski
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Εργαλειοθήκη
Εργαλεία
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Ενέργειες
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Γενικά
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Switch to legacy parser
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Εμφάνιση
μετακίνηση στην πλαϊνή μπάρα
απόκρυψη
Από Βικιλεξικό
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
πραγματικ
ός
η
πραγματικ
ή
το
πραγματικ
ό
γενική
του
πραγματικ
ού
της
πραγματικ
ής
του
πραγματικ
ού
αιτιατική
τον
πραγματικ
ό
την
πραγματικ
ή
το
πραγματικ
ό
κλητική
πραγματικ
έ
πραγματικ
ή
πραγματικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
πραγματικ
οί
οι
πραγματικ
ές
τα
πραγματικ
ά
γενική
των
πραγματικ
ών
των
πραγματικ
ών
των
πραγματικ
ών
αιτιατική
τους
πραγματικ
ούς
τις
πραγματικ
ές
τα
πραγματικ
ά
κλητική
πραγματικ
οί
πραγματικ
ές
πραγματικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
πραγματικός
<
αρχαία ελληνική
πραγματικός
<
πρᾶγμα
Επίθετο
[
επεξεργασία
]
πραγματικός
Αυτός που υπάρχει ή αληθεύει
Συνώνυμα
[
επεξεργασία
]
αληθινός
ουσιαστικός
Αντώνυμα
[
επεξεργασία
]
εξωπραγματικός
πλασματικός
φανταστικός
ψεύτικος
Συγγενικά
[
επεξεργασία
]
εξωπραγματικός
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
πραγματικός
αγγλικά
:
real
(en)
γαλλικά
:
réel
(fr)
ιταλικά
:
reale
(it)
ουκρανικά
:
справжній
(uk)
Κατηγορίες
:
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Αναζήτηση
Αναζήτηση
Εναλλαγή του πίνακα περιεχομένων
πραγματικός
4 γλώσσες
Προσθήκη θέματος