προδυναστειακός
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- προδυναστειακός < προ- + δυναστειακός < δυναστεία (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική predynastic)
Επίθετο
[επεξεργασία]προδυναστειακός, -ή, -ό
- (ιστορία, αρχαιολογία) που έχει σχέση με την χρονική περίοδο πριν από την περίοδο των αιγυπτιακών δυναστειών, ανήκει ή αναφέρεται σ’ αυτή
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- προδυναστειακά
- → δείτε τις λέξεις προ, δυναστεία και δυνάστης
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] προδυναστειακός
Πηγές
[επεξεργασία]- προδυναστειακός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)
Κατηγορίες:
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'καλός' (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα προ- (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επίθετα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιστορία (νέα ελληνικά)
- Αρχαιολογία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)