σακχαρομετρία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σακχαρομετρία οι σακχαρομετρίες
      γενική της σακχαρομετρίας των σακχαρομετριών
    αιτιατική τη σακχαρομετρία τις σακχαρομετρίες
     κλητική σακχαρομετρία σακχαρομετρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σακχαρομετρία < λόγιο ενδογενές δάνειο: γαλλική saccharométrie < ελληνιστική κοινή σάκχαρον / σάκχαρις + αρχαία ελληνική μέτρον

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σακχαρομετρία θηλυκό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]