χαμηλόσυχνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- χαμηλόσυχνος < χαμηλός + -ο- + συχνός (μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική low-frequency)
Επίθετο[επεξεργασία]
χαμηλόσυχνος, -η, -ο
- που λειτουργεί σε χαμηλές συχνότητες ή παράγει χαμηλές συχνότητες
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
χαμηλόσυχνος