ἐρίμυκος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ἐρίμυκος, -ος, -ον
- που βρυχάται πολύ δυνατά
- ※ 8ος αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 15 (ο. Τηλεμάχου ἐπάνοδος.), στίχ. 235 (235-236)
- ἀλλ᾽ ὁ μὲν ἔκφυγε κῆρα καὶ ἤλασε βοῦς ἐριμύκους | ἐς Πύλον ἐκ Φυλάκης
- Και μολοντούτο ξέφυγε τη μαύρη μοίρα κι απ᾽ τη Φυλάκη | πίσω οδήγησε στην Πύλο βόδια που μουκανίζουν·
- Μετάφραση σε πεζό (2006): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης, @greek‑language.gr
- ἀλλ᾽ ὁ μὲν ἔκφυγε κῆρα καὶ ἤλασε βοῦς ἐριμύκους | ἐς Πύλον ἐκ Φυλάκης
- ※ 7ος↑ αιώνας ⌘ Ἡσίοδος, Ἔργα καὶ Ἡμέραι, 790 (790-791)
- Μηνὸς δ᾽ ὀγδοάτῃ κάπρον καὶ βοῦν ἐρίμυκον | ταμνέμεν, οὐρῆας δὲ δυωδεκάτῃ ταλαεργούς.
- Την όγδοη του μήνα να μουνουχίζεις κάπρο και βόδι | που δυνατά μουγκρίζει, και τη δωδέκατη τα καρτερικά μουλάρια.
- Μετάφραση (2001): Σταύρος Γκιργκένης, Θεσσαλονίκη: Ζήτρος @greek‑language.gr
- Μηνὸς δ᾽ ὀγδοάτῃ κάπρον καὶ βοῦν ἐρίμυκον | ταμνέμεν, οὐρῆας δὲ δυωδεκάτῃ ταλαεργούς.
- ※ 8ος αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ὀδύσσεια, 15 (ο. Τηλεμάχου ἐπάνοδος.), στίχ. 235 (235-236)
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη μυκάομαι
Πηγές[επεξεργασία]
- ἐρίμυκος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐρίμυκος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Επίθετα με κλίση όπως το 'δύσκολος' (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα που κλίνονται όπως το 'δύσκολος' (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις προπαροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Επίθετα προπαροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ἐρί- (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -μυκος (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επίθετα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από την Οδύσσεια (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Ησίοδο (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)