Ἔρως
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | Ἔρως | οἱ | Ἔρωτες |
γενική | τοῦ | Ἔρωτος | τῶν | Ἐρώτων |
δοτική | τῷ | Ἔρωτῐ | τοῖς | Ἔρωσῐ(ν) |
αιτιατική | τὸν | Ἔρωτᾰ | τοὺς | Ἔρωτᾰς |
κλητική ὦ! | Ἔρως | Ἔρωτες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἔρωτε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἐρώτοιν | ||
Το θεωνύμιο, στον ενικό. | ||||
3η κλίση, Κατηγορία 'ἔρως' όπως «ἔρως» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ἔρως < → δείτε τη λέξη ἔρως
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ἔρως αρσενικό
- (ελληνική μυθολογία, θεωνύμιο) θεός του έρωτα, γιος της Αφροδίτης
- ※ 5ος αιώνας πκε ⌘ Σοφοκλῆς, Ἀντιγόνη, η αρχή του 3ου στάσιμου στίχ.781 @greek-language.gr (781-790)
- Ἔρως ἀνίκατε μάχαν,
Ἔρως, ὃς ἐν κτήνεσι πίπτεις,
ὃς ἐν μαλακαῖς παρειαῖς
νεάνιδος ἐννυχεύεις,
φοιτᾷς δ᾽ ὑπερπόντιος ἔν τ᾽
ἀγρονόμοις αὐλαῖς·
καί σ᾽ οὔτ᾽ ἀθανάτων φύξιμος οὐδεὶς
οὔθ᾽ ἁμερίων σέ γ᾽ ἀνθρώ-
πων, ὁ δ᾽ ἔχων μέμηνεν.- Έρωτ᾽ ανίκητε στον πόλεμο / που κάνεις χτήμα σου όπου πέσεις, / που στ᾽ απαλά τα μάγουλα / της κορασίδας νυχτερεύεις / και γυρνάς πάνω από τα πέλαγα / και στους πιο απόμερους τους τόπους, / δε σου ξεφεύγει εσένα ούτε θεός / ούτε κανείς απ᾽ τους λιγόζωους ανθρώπους / κι όποιον θα πιάσεις γίνεται τρελός.
- Μετάφραση (1940): Ιωάννης Γρυπάρης, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της «Εστίας»
- ※ 5ος αιώνας πκε ⌘ Πλάτων, Συμπόσιο, 203b ( Ο μύθος της Διοτίμας στη Βικιπαίδεια )
- οὗτοι δὴ οἱ δαίμονες πολλοὶ καὶ παντοδαποί εἰσιν, εἷς δὲ τούτων ἐστὶ καὶ ὁ Ἔρως.
- (ελληνική μυθολογία) γιος τους Χάους και της Γαίας (Ησίοδος, θεογονία)
- (ελληνική μυθολογία) γιος της Ίριδας και του Ζεφύρου κατά τον Αλκαίο
- ανδρικό όνομα
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη ἔρως
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- ἔρως - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- Ἔρως, ἔρως - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'ἔρως' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'ἔρως' (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα 3ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'ἔρως' αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα που κλίνονται όπως το 'ἔρως' παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα αρσενικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (αρχαία ελληνικά)
- Θεωνύμια (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Ανδρικά ονόματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)