Mädchen

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γερμανικά (de)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Mädchen < Mägdchen

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈmɛːtçən/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Mädchen (de) ουδέτερο