inside

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

inside < in- + side

Επίθετο[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός inside
συγκριτικός more inside
υπερθετικός most inside

inside (en) (μόνο πριν από το ουσιαστικό)

Επίρρημα[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός inside
συγκριτικός more inside
υπερθετικός most inside

inside (en)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
inside insides

inside (en)

Πρόθεση[επεξεργασία]

inside (en) (και inside of)

  • μέσα (σε), στο εσωτερικό μέρος του κάτι
    I went inside of the store.
    Μπήκα μέσα στο μαγαζί.
    Come inside the room!
    Έλα μέσα στο δωμάτιο!
    They took his car from inside the garage.
    Του πήραν το αυτοκίνητο μέσα από το γκαράζ.
     συνώνυμα:  in και into
     αντώνυμα:  out και outside

Πηγές[επεξεργασία]