outside
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | outside |
συγκριτικός | more outside |
υπερθετικός | most outside |
outside (en)
Επίρρημα[επεξεργασία]
παραθετικά | |
θετικός | outside |
συγκριτικός | more outside |
υπερθετικός | most outside |
outside (en)
- έξω, έξω από χώρο ή κτήριο
- σε ανοιχτό χώρο, όχι σε στεγασμένο
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
outside | outsides |
outside (en)
Πρόθεση[επεξεργασία]
outside (en)
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 275. ISBN 9780194325684., λήμμα: εκτός
- outside - Cambridge Dictionary online
- outside - Oxford Learner's Dictionaries